Αίτιο της γονόρροιας είναι η Neisseria gonorrhoae, ένα βακτήριο που μπορεί να αναπτυχθεί και να πολλαπλασιαστεί εύκολα στους βλεννογόνους του σώματος.
Μεταδίδεται με τη σεξουαλική επαφή(κολπική, πρωκτική, στοματική) και από τη μητέρα στο νεογνό κατά τον τοκετό. Ο χρόνος επώασης κυμαίνεται μεταξύ 2-8 ημερών. Τα συμπτώματα εμφανίζονται μέσα σε διάστημα 2 εώς 10 ημερών μετά την επαφή με μολυσμένο άτομο. Στις γυναίκες το διάστημα αυτό μπορεί να φτάσει τις 3 εβδομάδες.
Ο γονόκοκκος στους άνδρες προκαλεί συνήθως ουρηθρήτιδα με έξοδο από την ουρήθρα πυώδους, θολερού εκκρίματος και πόνο ή αίσθημα καψίματος κατά την ούρηση. Επίσης προκαλείται επιδιδυμίτιδα, ορχίτιδα με πόνο ή πρήξιμο στους όρχεις, καθώς και φαρυγγίτιδα που εκδηλώνεται με πρησμένους αδένες ή και αίσθημα καψίματος στο λαιμό. Μόνο το 10% των λοιμώξεων στους άντρες είναι ασυμπτωματικές.
Στις γυναίκες προκαλείται τραχηλίτιδα, αυξημένες κολπικές εκκρίσεις, πόνος κατά την ούρηση, κολπική αιμορραγία ανάμεσα στις περιόδους και μετά την επαφή, διόγκωση του αιδοίου, καθώς και άλγος στην κοιλιακή και πυελική χώρα. Επίσης μπορεί να προκληθεί φαρυγγίτιδα που εκδηλώνεται με πρησμένους αδένες ή και αίσθημα καψίματος στο λαιμό. Το 50% των γυναικών δεν εμφανίζουν κλινικά συμπτώματα.
Η γονόρροια θεραπεύεται με τη χρήση αντιβιοτικών φαρμάκων. Οι ερωτικοί σύντροφοι πρέπει επίσης να υποβληθούν σε εξετάσεις και θεραπευτική αγωγή για τη γονόρροια, ακόμα κι αν δεν παρουσιάζουν συμπτώματα. Είναι απαραίτητος ο επανέλεγχος μετά από κάποιο χρονικό διάστημα γιατί υπάρχει πιθανότητα ανθεκτικότητας σε ορισμένα αντιβιοτικά οπότε θα χρειαστεί τροποποίηση της αγωγής.